Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2007

Μετά το Γεγονός - Μέρος 2ο

Στην πραγματικότητα, ο γρίφος δεν ήταν τόσο δύσκολος ώστε να δικαιολογούνται οι αντιδράσεις των κατοίκων προς τον κλητήρα. Ο Κουρτ βρήκε την απάντηση εκείνη τη μέρα ενώ όργωνε το χωράφι και ικανοποιήθηκε, θα έλεγε κανείς, τριπλά. Μια επειδή έλυσε το γρίφο, δεύτερη επειδή θα χάριζε στην οικογένειά του και στους γειτόνους του τα λαχταριστά ψάρια και τρίτη επειδή επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά πόσο καλό του κάνει όλη αυτή η διαδικασία -να ακονίζει δηλαδή και το μυαλό την ίδια ώρα που απασχολείται σωματικά με τις καθημερινές εργασίες.

Το ίδιο βράδυ, στις 20:27 ακριβώς (όπως ήταν συμφωνημένο) όλοι οι άντρες του χωριού συγκεντρώθηκαν στο καπηλειό του Νέστορα για να συζητήσουν σχετικά με το γρίφο. Έπρεπε να καταλήξουν καθώς -όπως προέβλεπε η διαδικασία- αύριο το πρωί στις 09:10 ο απεσταλμένος τους θα συναντούσε τον κλητήρα στη μέση του Κάθετου Δρόμου που συνδέει τα δυο χωριά για να του ανακοινώσει την απάντησή τους. Το σημείο συνάντησης ήταν το υψηλότερο σημείο στο οποίο επιτρεπόταν να βρεθεί κάποιος Κατωχωρίτης αφού σε διαφορετική περίπτωση, οι Σύμβουλοι είχαν καταστήσει σαφές πως θα διέκοπταν διαμιάς τις γενναιόδωρες (όπως τις χαρακτήριζαν) προσφορές τους.

Ο απεσταλμένος του Κάτω Χωριού δεν ήταν ο ίδιος κάθε φορά. Σε αντίθεση με τον κλητήρα του Επάνω Χωριού, δεν αποτελούσε η θέση αυτή κάποιο θεσμοθετημένο αξίωμα. Μολαταύτα, τους τελευταίους μήνες η συχνότητα με την οποία επιλεγόταν ο Κουρτ γι' αυτή την αποστολή (λόγω βέβαια και της τεράστιας συμβολής του στην επίλυση των γρίφων) ήταν εμφανώς μεγαλύτερη από οποιουδήποτε άλλου. Αυτό βέβαια το άτυπο προνόμιο που απολάμβανε ο Κουρτ, διόλου ενοχλούσε τους υπόλοιπους -αντιθέτως, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ένιωθαν όλοι μεγάλη ευχαρίστηση που συνέδραμε την κοινή προσπάθεια ένας τόσο ευφυής άντρας.

Η συζήτηση για το γρίφο κράτησε λίγο αφού ο Κουρτ πήρε το λόγο νωρίς και εξήγησε αναλυτικά οτι η ανταμοιβή δεν μπορούσε παρά να βρίσκεται στο πρώτο κουτί, δεδομένων των προϋποθέσεων που όριζε ο κλητήρας. Στη συνέχεια, χαρούμενοι και ανακουφισμένοι οι παρευρισκόμενοι, απόλαυσαν το εξαίσιο βραστό της κατσαρόλας που είχε ετοιμάσει ο Νέστορας για την περίσταση καταναλώνοντας παράλληλα πολλά λίτρα από εκείνη την υπεροχή αρωματική μπύρα που τους είχαν χαρίσει προ εβδομάδων οι Σύμβουλοι του Επάνω Χωριού, μετά από μια άλλη εύστοχη επίλυση γρίφου.

Οι επόμενες ημέρες ήταν πολύ ήσυχες στο Κάτω Χωριό. Σε κάθε σπίτι αναλογούσε ένα κομμάτι από την τελευταία αμοιβή και κάποιο από τα γεύματα σε κάθε οικογενειακό τραπέζι συνοδευόταν από αυτές τις νοστιμότατες τσιπούρες. Ο Κουρτ ήταν πολύ χαρούμενος με τον εαυτό του και ανέμενε με προσμονή τον επόμενο γρίφο που θα υπαγόρευε ο κλητήρας το ίδιο απόγευμα στην κεντρική πλατεία. Μονάχα ένα πράγμα τον προβλημάτιζε (χωρίς βέβαια να τον ανησυχεί). Ήταν κάτι που του είχε πει ο κλητήρας όταν συναντήθηκαν εκείνο το πρωινό στον Κάθετο Δρόμο για να του ανακοινώσει την απάντηση του τελευταίου γρίφου. Είχε βέβαια συνηθίσει να τον βλέπει, αλλά αυτό δεν δικαιολογούσε να ξέρει τόσα πολλά για εκείνον. Τον είχε περιεργαστεί, θυμόταν, από πάνω ως κάτω, πριν του απευθύνει φιλικά το λόγο: " Ώστε εσύ είσαι ο Κουρτ! Πώς είναι η μικρή; Τη σόμπα την έφτιαξες ή ακόμα την έχεις την κακομοίρα μες στο κρύο;".

Φυσικά την είχε επισκευάσει τη σόμπα ο Κουρτ, αλλά το σημαντικό δεν ήταν αυτό. Πρώτα απ'όλα, πώς ήξερε ο κλητήρας το όνομά του; Πώς ήξερε οτι έχει κόρη, οτι αυτή είναι μικρή και τέλος, πώς είναι δυνατόν να ήξερε για το πρόβλημα που αντιμετώπιζε με τη σόμπα του; Επιστρέφοντας προς το χωριό εκείνο το πρωί, σκεφτόταν όλ' αυτά με ελαφρά ανησυχία. Γέλασε με τον εαυτό του στο ενδεχόμενο να υιοθετήσει κάποια από αυτές τις υπερφυσικές θεωρίες που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους συγχωριανούς του σχετικά με τους Επανωχωρίτες και μετά από λίγο είχε ξεχάσει τελείως το όλο περιστατικό. Μονάχα αυτό του είχε μείνει στο μυαλό - ο χαιρετισμός που του απηύθυνε ο κλητήρας όταν γύρισε να φύγει. Του είχε πει με μεγάλη σιγουριά "Γεια σου Κουρτ, θα τα ξαναπούμε σύντομα. Θα ακούσεις από μένα!".

Η ώρα έφτασε λοιπόν. Ο κλητήρας είχε ήδη πάρει θέση πάνω στην αυτοσχέδια εξέδρα που είχαν κατασκευάσει στη δυτική πλευρά της πλατείας (έξω από την εκκλησία) ενώ οι κάτοικοι συγκεντρώνονταν βιαστικά για να ακούσουν τη νέα δοκιμασία. Μετά από ένα σύντομο πρόλογο (όπου εξηγούσε την απόφαση του Συμβουλίου στο εξής να επιλέγονται σημαντικά δυσκολότεροι προς επίλυση γρίφοι) ακολούθησε -εν μέσω απολύτου σιγής- η πολυαναμενόμενη ανάγνωση:

Σε μια μακρινή χώρα, σε μια μακρινή ήπειρο, σε ένα μακρινό πλανήτη ενός μακρινού γαλαξία, υπάρχει ένα χωριό που ονομάζεται Σμάλιν. Στο χωριό Σμάλιν οι κάτοικοι μονάχα ρωτούν, δεν εκφράζουν ποτέ κατάφαση ή άρνηση. Μάλιστα, όλες τους οι ερωτήσεις απαντώνται μονολεκτικά, με ναι ή όχι. Εκτός αυτού, οι κάτοικοι είναι χωρισμένοι σε δυο πληθυσμιακές ομάδες. Η ομάδα Α ρωτάει αποκλειστικά ερωτήσεις στις οποίες η σωστή απάντηση είναι "ναι" ενώ η ομάδα Β ρωτάει μόνο ερωτήσεις στις οποίες σωστή απάντηση είναι "όχι". Σε αυτό το χωριό λοιπόν, ακούστηκε κάποτε ο κύριος Favr να ρωτάει τη συζυγό του: "Αγάπη μου, ανήκουμε και οι δύο στην ίδια πληθυσμιακή ομάδα"; Τι μπορεί κανείς να συμπεράνει για τον καθένα από τους δυο Favr, ακούγοντας αυτή την ερώτηση;

Συνεχίζεται..